(Χαμενες Νικες)
(Χαμένες
Νίκες)
*του BigBen
Κι ύστερα βρεθήκαμε. Πυκνό το
νέφος κι η ομίχλη, που σκεπάζει τους δρόμους μας, μα βρεθήκαμε. Γέλασμα της
μοίρας και ειρωνεία της τύχης μπρος στο φεγγαρόφωτο, που λούζει τα μαλλιά σου.
Εκείνο το βράδυ στη θάλασσα, ακόμη και τα ψάρια, δεν εκίνησαν, μονάχα μας
θωρούσαν ασάλευτα όλα μαζί, μα μόνα τους. Πικρή η αρμύρα και γλυκιά η γεύση της· τη γευτήκαμε απλόχερα. Κάποιος μας
την έδωσε. Κι εσύ με τον μοναδικό σου τρόπο, να πράττεις πάντα μοναδικά, ήπιες
μία ή μιάμιση γουλιά. Δε θυμάμαι καλά. Η μνήμη μου ήταν ζαλισμένη εκείνο το βράδυ.
Βότσαλα κακοσχηματισμένα, που στα χέρια σου έμοιαζαν θεόσταλτα έργα τέχνης. Στα
κρινοδάχτυλα σου άμμος χρυσή, ανακατωμένη με τα διακριτικά λευκόχρυσα κοσμήματα
που φορούσες. Ψεύτικα μπροστά σου. Παραβγήκαμε στο πετροβόλημα με στόχο τη
θάλασσα, αλλά εγώ έμεινα κιόλας πίσω. Ηττημένος, πια, σε κοιτούσα νικήτρια,
εστεμμένη με τον κότινο για κορωνίδα και το χρυσό σου μετάλλιο. Ξέχασες, όμως,
ότι σου τα έδωσα εγώ. Κι εσύ, φροντίζοντας τα μαλλιά σου, που στα ανακάτευε ο
ελπιδοφόρος άνεμος, περιπλανιόσουν με ένα νικητήριο βλέμμα και ένα αίσθημα
ικανοποίησης, ως σου άξιζε, στις θλιμμένες – τώρα – ακρογιαλιές. Κι εγώ
χειροκροτούσα το δημιούργημα μου. Ξάφνου, όμως ξέχασα να χειροκροτώ.
Αναθεματισμένη μνήμη! Σου κακοφάνηκε τότε. Δεν είχες άλλο ον να σε συγχαρεί. Τα
ψάρια δεν ξέρουν να χειροκροτούν. Το φεγγάρι δε μιλά κι ο άνεμος εξέπνευσε. Τι να
την κάνεις αυτήν την νίκη; Έψαξες να με βρεις, μα εγώ είχα φύγει ντροπιασμένος
από τα καμώματα μας.
Από τότε βουνά, ποτάμια, κοιλάδες και θάλασσες – κυρίως θάλασσες – μας κρατούν μακριά. Εγώ ένας ηττημένος νικητής κι εσύ μια νικήτρια ηττημένη παλεύουμε να βρούμε λίγο νεράκι στης Λήθης το πηγάδι…!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου